Πώς η Ανακαίνιση Επηρεάζει την Αξία των Ακινήτων – Ο Ρόλος των Ελλήνων και Ξένων Επενδυτών
Η ελληνική κτηματαγορά το 2024 χαρακτηρίζεται από διαφοροποιημένες προτιμήσεις μεταξύ Ελλήνων και ξένων αγοραστών, γεγονός που επηρεάζει τη διαμόρφωση των τιμών και τη ζήτηση. Οι Έλληνες προτιμούν κατοικίες έως 120 τ.μ., με εύρος τιμών 400.000-450.000 ευρώ, ενώ οι ξένοι στρέφονται κυρίως σε μεγαλύτερες και πιο πολυτελείς επιλογές. Περιοχές όπως ο Σαρωνικός και η Εύβοια προσελκύουν έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, ενισχύοντας περαιτέρω τη ζήτηση.
Η Εξέλιξη των Τιμών και οι Τάσεις στην Αγορά
Παρά τις αρχικές εκτιμήσεις για πιθανή μείωση, οι τιμές ακινήτων παραμένουν σταθερές ή συνεχίζουν να αυξάνονται σε ορισμένες περιοχές, αν και με πιο ήπιο ρυθμό. Η περιορισμένη προσφορά ακινήτων σε συνδυασμό με τη σταθερή ζήτηση διατηρεί τις τιμές σε υψηλά επίπεδα.
Στην Αθήνα, το κόστος ανά τετραγωνικό μέτρο κυμαίνεται μεταξύ 1.700 και 1.800 ευρώ, ακόμα και σε περιοχές που παραδοσιακά θεωρούνταν οικονομικά προσιτές, όπως τα Πατήσια και η Κυψέλη. Καθώς οι διαθέσιμες επενδυτικές ευκαιρίες στην πρωτεύουσα μειώνονται, πολλοί αγοραστές στρέφονται προς την περιφέρεια, όπου οι τιμές είναι πιο ανταγωνιστικές και οι δυνατότητες αξιοποίησης ακινήτων περισσότερες.
Η Σημασία της Ανακαίνισης στη Διαμόρφωση της Αξίας
Η ανακαίνιση αποτελεί βασικό παράγοντα αύξησης της αξίας ενός ακινήτου, καθώς οι αγοραστές αποφεύγουν ακίνητα που απαιτούν σημαντικές επισκευές λόγω κόστους και πολυπλοκότητας. Ένα ανακαινισμένο ακίνητο μπορεί να αυξήσει την αξία του έως 20%, αν και το κόστος ανακαίνισης έχει πλέον ξεπεράσει τα 1.000-1.200 ευρώ/τ.μ.. Παράλληλα, η έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και οι χρονοβόρες διαδικασίες αποτελούν προκλήσεις για όσους επιθυμούν να επενδύσουν σε ακίνητα που χρειάζονται εκτεταμένες παρεμβάσεις.
Ρυθμιστικές Παρεμβάσεις και Εξελίξεις στην Αγορά
Ένας σημαντικός παράγοντας που θα μπορούσε να ενισχύσει την αγορά είναι η διάθεση ακινήτων που ανήκουν σε τράπεζες, τα οποία βρίσκονται σε διαδικασία νομικής τακτοποίησης. Η ένταξή τους στην αγορά μπορεί να αυξήσει την προσφορά και να συμβάλει στη σταθεροποίηση των τιμών. Παράλληλα, προγράμματα όπως το “Σπίτι Μου ΙΙ” στοχεύουν στην ενίσχυση της ζήτησης για μικρότερες και μεσαίου μεγέθους κατοικίες.
Η αγορά ακινήτων εξακολουθεί να επηρεάζεται από πολεοδομικά ζητήματα και νομικές διαδικασίες, με αρκετούς ειδικούς να προτείνουν τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα διαχείρισης ακινήτων που θα συντονίζει τις αρμόδιες αρχές και θα επιταχύνει τις διαδικασίες τακτοποίησης. Παράλληλα, η διαφορετική δυναμική ανά περιοχή δημιουργεί αγορές δύο ταχυτήτων, με διαφοροποιήσεις στις αξίες των ακινήτων, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τη ρευστότητα της αγοράς.
Η Κυριαρχία των Συναλλαγών με Μετρητά και οι Δημογραφικές Τάσεις
Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο της ελληνικής αγοράς ακινήτων είναι η αυξημένη προτίμηση για αγορές με μετρητά, με περίπου 80% των συναλλαγών να πραγματοποιούνται χωρίς τραπεζικό δανεισμό. Αυτό διαφοροποιεί τη σημερινή αγορά από την προ κρίσης περίοδο, όπου η πλειοψηφία των αγορών στηριζόταν στη δανειοδότηση.
Οι Έλληνες αγοραστές χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες:
- Ηλικίες 40-45 ετών, που χρηματοδοτούν την αγορά τους μέσω προσωπικών αποταμιεύσεων και οικογενειακής υποστήριξης.
- Ηλικίες 55-60 ετών, που αξιοποιούν κληρονομιές ή αποταμιεύσεις για την απόκτηση εξοχικών ή επενδυτικών ακινήτων.
Τάσεις και Προοπτικές της Αγοράς
Η ελληνική κτηματαγορά διατηρεί τη δυναμική της, με την επενδυτική δραστηριότητα να επικεντρώνεται στην περιφέρεια, ενώ οι τιμές στα μεγάλα αστικά κέντρα παραμένουν υψηλές. Η αύξηση της προσφοράς ακινήτων, η επίλυση νομικών και πολεοδομικών ζητημάτων και η ενίσχυση των ανακαινίσεων μπορούν να συμβάλουν στη σταθεροποίηση της αγοράς.
Σύμφωνα με ειδικούς, για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα της αγοράς, είναι απαραίτητο οι τιμές να παραμείνουν σε λογικά επίπεδα, επιτρέποντας την ομαλή ροή συναλλαγών. Η συνεργασία με μεσίτες και εκτιμητές θεωρείται καθοριστική για τη διασφάλιση δίκαιων και διαφανών αγοραπωλησιών.